Σε αυτό το σημείωμα θα ασχοληθούμε με τους αφανείς ήρωες, που καταρχήν ήταν οι στρατιώτες, γεωργοί, ναύτες και κτηνοτρόφοι στην πλειοψηφία τους, αυτοί που επέάνδρωσαν τα ασκέρια και τα καράβια, αυτοί που έδωσαν τις ιστορικές μάχες και ναυμαχίες στον Αγώνα του ’21, που εκτός από σκληρός, ήταν και μακροχρόνιος .
Όσοι στάθηκαν τυχεροί και επέζησαν, έπρεπε να ξεκινήσουν από το μηδέν, γιατί το βιος τους ήταν κατεστραμμένο.
Παράλληλα υπήρξαν και επώνυμες ανιδιοτελείς μορφές, που έγραψαν τη δική τους προσωπική και ξεχωριστή ιστορία, μέσα στον κυκεώνα των φατριασμών, της ιδιοποίησης των λαφύρων και των προσωπικών στρατηγικών με στόχο την πολιτική εξουσία.
Στην κορυφή αυτής της λίστας με τους αγνούς ήρωες του 1821, είναι αναμφίβολα ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς (1782-1849), ανιψιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Εκτός από την απαράμιλλη γενναιότητά του, έμεινε στην Ιστορία για το σπάνιο ήθος του.
Είναι γνωστό και προκαλεί τεράστια εντύπωση, ότι μετά την άλωση της Τριπολιτσάς, αρνήθηκε να πάρει μέρος στη διανομή των λαφύρων ενώ και μετά τη συντριβή της στρατιάς του Δράμαλη, δέχτηκε να κρατήσει ένα μόνο δαμασκηνό (με τεχνική προερχόμενη απ’ τη Δαμασκό, ατσάλινο και ελαστικό, με πολύ λεπτή ακμή και στιλπνές ανταύγειες) σπαθί, το οποίο όμως προσέφερε αργότερα κατά τη διάρκεια του εράνου για τον ανεφοδιασμό του Μεσολογγίου.
Ήταν ο μόνος που κυνήγησε τα απομεινάρια της στρατιάς του Δράμαλη μετά τα Δερβενάκια, τα οποία και συνέτριψε στην Κλεισούρα, όταν όλοι οι άλλοι είχαν πέσει με τα μούτρα στο πλιάτσικο.
Το ελληνικό κράτος τον “αντάμειψε”, φυλακίζοντάς τον (1839-1841), με την κατηγορία ότι σχεδίαζε πραξικόπημα με σκοπό την άνοδο στον ελληνικό θρόνο Ρώσου πρίγκιπα. Μετά την αποφυλάκισή του, με παρέμβαση του Μακρυγιάννη, σχεδόν τυφλός και με μία πενιχρή σύνταξη που έπαιρνε ως γερουσιαστής (από το 1847), πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στον Πειραιά πάμφτωχος και ζητιάνος, ενώ ακόμη και σήμερα αγνοείται ο τόπος της ταφής του.
Από τον γάμο του με την Αγγελίνα, κόρη του φημισμένου κλεφταρματολού Ζαχαριά, απέκτησε ένα γιο, τον Γιάννη, που έγινε στρατιωτικός και δύο κόρες, τη Ρεγγίνα και μία ακόμα, που τρελάθηκε από τη λύπη της και πέθανε, όταν είδε τον πατέρα της, τον θρυλικό Τουρκοφάγο, σε άθλια κατάσταση, μετά την αποφυλάκισή του από την Αίγινα το 1841.
Πρότυπο ανιδιοτέλειας επίσης, υπήρξε ο μάλλον άγνωστος στους περισσότερους, Αθανάσιος Τσάκας από το Μοναστηράκι Αγράφων (1789-1851). Πολύ νέος, ήταν συμπολεμιστής του Κατσαντώνη και διακρίθηκε για την ανδρεία του. Στη διάρκεια της Επανάστασης, πολέμησε στο πλευρό του Καραϊσκάκη, τον οποίο έσωσε από βέβαιο θάνατο στη μάχη των στενών του Σοβόλακου. Ο θρυλικός “γιος της καλόγριας” μάλιστα, τον χαρακτήρισε ως έναν από τους γενναιότερους Αγραφιώτες. Μετά το τέλος του Αγώνα, αποσύρθηκε στον Παρνασσό, όπου ασχολήθηκε με την κτηνοτροφία.
Στο ορεινό του καταφύγιο, τον επισκέφθηκαν ο Όθωνας με την Αμαλία, προτρέποντάς τον να υποβάλει αίτηση για να ανταμειφθεί για όσα πρόσφερε στην Επανάσταση. Όμως ο Τσάκας αρνήθηκε κατηγορηματικά και τους είπε ότι δεν ήθελε καμία αμοιβή για την εκπλήρωση των καθηκόντων του προς την πατρίδα.
Ηρωική μορφή του ’21 ήταν ο καταγόμενος από τους Παξούς, Γεώργιος Ανεμογιάννης (1798-1821). Υπηρετούσε ως ναύτης στο πλοίο της Μπουμπουλίνας “Οι Σύμμαχοι”, το οποίο συμμετείχε στον αποκλεισμό της Ναυπάκτου και στην επίθεση εναντίον του φρουρίου της (25 Μαΐου 1821). Η επίθεση απέτυχε και αποφασίστηκε η πυρπόληση του τουρκικού στόλου που βρισκόταν προστατευμένος κάτω από το φρούριο της Ναυπάκτου. Μοναδικός εθελοντής για την “πλοήγηση” του πυρπολικού ήταν ο Γεώργιος Ανεμογιάννης.
Παρά την ανδρεία που έδειξε όμως, η επιχείρηση απέτυχε και πιάστηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι αρνήθηκαν να τον ανταλλάξουν με αιχμαλώτους τους ή χρήματα. Ο Ανεμογιάννης βρήκε φρικτό θάνατο με ανασκολοπισμό. Το άψυχο σώμα του παρέμεινε για αρκετές μέρες στις επάλξεις του φρουρίου για παραδειγματισμό και εκφοβισμό. Μνημείο του Γ. Ανεμογιάννη υπάρχει σήμερα στην είσοδο του λιμανιού της Ναυπάκτου. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ναύπακτος παραδόθηκε από τους Τούρκους στους Έλληνες, μόλις το 1829.
Μια επίσης άγνωστη ηρωίδα του 1821, είναι η Δόμνα Βισβίζη (1783-1850). Γεννήθηκε στην Αίνο της Θράκης και το 1808, παντρεύτηκε τον συμπατριώτη της πλοίαρχο Χατζη – Αντώνη Βισβίζη. Με την έναρξη της Επανάστασης, ο Βισβίζης με το μπρίκι “Καλομοίρα”, το οποίο είχε πλήρωμα 140 ναύτες, 16 κανόνια, ακόμα και αίθουσα συνεδριάσεων (!), στην οποία αργότερα θα διεξάγονταν οι συνεδριάσεις του Άρειου Πάγου, πήρε μέρος σε διάφορες επιχειρήσεις.
Από τον Μάιο του 1821, στο πλοίο επιβιβάστηκε η σύζυγός του Δόμνα και τα 5 ανήλικα παιδιά τους. Στη διάρκεια της πολιορκίας του Ευρίπου (1822), ο καπετάν Χατζή – Αντώνης έχασε τη ζωή του. Τότε, η σύζυγός του, με τη βοήθεια του υπαρχηγού του πλοίου, καπετάν Σταυρή, ανέλαβε τη διακυβέρνησή του για δύο περίπου χρόνια, ξοδεύοντας όλη την περιουσία της για πολεμοφόδια και συντήρηση της “Καλομοίρας”.
Όταν οι πόροι της εξαντλήθηκαν και το πλοίο είχε υποστεί πολλές ζημιές, η Δόμνα Βισβίζη, το παραχώρησε στους Υδραίους που το μετέτρεψαν σε πυρπολικό. Μ’ αυτό, ο Ανδρέας Πιπίνος ανατίναξε στα στενά του Τσεσμέ τη φρεγάτα “Χασνέ Γκεμσί” του τουρκικού στόλου, που ήταν το θησαυροφυλάκιό του.
Η Δόμνα Βισβίζη έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της πάμφτωχη, σε Ναύπλιο, Σύρο και Πειραιά, όπου και πέθανε. Η Ελληνική Πολιτεία δεν ανταποκρίθηκε στις εκκλήσεις και αιτήσεις της για κάποια αποζημίωση.
Μόνον ένα από τα παιδιά της, ο Θεμιστοκλής (αρχικό όνομα Δημήτριος) σπούδασε, με γαλλική υποτροφία στο Παρίσι και με την επιστροφή του στην Ελλάδα (1832), εργάστηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών και αργότερα έγινε διοικητής Νάξου.
Εν πολλοίς άλλοι ήταν αυτοί που τα έδωσαν όλα για την Πατρίδα και άλλοι επωφελήθηκαν με την απελευθέρωσή της έχοντας προσφέρει ελάχιστα ή ακόμη και τίποτα.
Έτσι όπως συμβαίνει συνήθως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου