Απαγόρευση της 6ης Οικουμενικής Συνόδου (680 μ.Χ.): «τας εν ταις νουμηνίαις υπό τινων προ των οικείων εργαστηρίων ή οίκων αναπτομένας πυράς, ας και υπεράλλεσθαί τινες κατά τι έθος αρχαίον επιχειρούσιν, από του παρόντος καταργηθήναι προστάσσομεν. Oστις ουν τοιούτό τι πράξει αφοριζέσθω».
24 Ιουνίου και ο νυκτερινός περίπατος σε ένα προάστιο των Αθηνών έκρυβε μία ευχάριστη έκπληξη! Μόλις είχε νυκτώσει και ήταν 24 Ιουνίου, ήταν του Άι Γιάννη του Κλήδονα και σε ένα πεζοδρόμιο κάποιοι Έλληνες είχαν ανάψει μια φωτιά και κάποια μικρά παιδιά πηδούσαν επάνω από την φωτιά, κρατώντας το πανάρχαιο έθιμο που δεν μπόρεσε κανένας να ξεριζώσει μετά από χιλιάδες χρόνια! Πριν μια μόλις γενιά, όχι χρόνια πολλά, σε όλες τις γειτονιές των Αθηνών άναβαν φωτιές, φωτιές για τον Άι Γιάννη τον Κλήδονα, φωτιές που πηδούσαν πάνω από αυτές αγόρια και κορίτσια και όλοι έκαιγαν το στεφάνι της Πρωτομαγιάς, γιόρταζαν το μεγαλείο του Ήλιου! Ευλογούσαν τον ερχομό του καρπού. Σήμερα, στις κεντρικές γειτονιές των Αθηνών θα ακούσεις λέξεις άγνωστες από γλώσσες με βαριά προφορά και θα σε πλημμυρίσουν οσμές από μπαχαρικά της Ανατολής, από κάρυ και άλλα μυστήρια! Και η Ελλάδα εξόριστη από τις γειτονιές της… Η Ελλάδα εξόριστη σε ένα πεζοδρόμιο ενός προαστίου σαν σε τιμωρία. Όμως, «η αρχαία ψυχή ζει μέσα μας αθέλητα κρυμμένη» και αυτή η φωτιά η μικρή φωτιά που είδα απόψε άναψε μέσα στα στήθη μου μια μεγάλη ελπίδα!
Πηγές και άρθρα σχετικά με το θέμα
«Ο Αϊ Γιάννης ο Κλήδονας ή Ριγανάς ( Γιορτάζει στις 24 Ιουνίου ): Οι θερινοί μήνες είναι φτωχοί σε μεγάλες γιορτές. Με τον Ιούνιο όμως συμπίπτει η ακμή του καλοκαιριού, οι θερινές τροπές του ηλίου, που θεωρούνταν σημαντική και ορισμένες φορές επικίνδυνη καμπή του χρόνου. Όσα αρχαία έθιμα ανάγονται στις θερινές τροπές του ηλίου συνδέθηκαν με το Γενέθλιο Ιωάννου του Προδρόμου (24 Ιουνίου).Η συσχέτιση αυτή δεν έγινε χωρίς λόγο. Κατά τον ευαγγελιστή Λουκά ο Ιω¬άννης ο Πρόδρομος ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Ιησού. Αφού λοιπόν η γέννηση του Χριστού ορίστηκε από την εκκλησία στις 25 Δεκεμβρίου, δηλαδή κατά τις χειμερινές τροπές του ηλίου, επόμενο ήταν το Γενέθλιο του Ιωάννου του Προδρόμου να συμπέσει με την 24 Ιουνίου, δηλαδή κατά τις θερινές τροπές του ηλίου. Γι’ αυτό και διατηρήθηκαν ορισμένες συνήθειες του αρχαίου κόσμου σχετικές με το θερινό ηλιοτρόπιο.»
«Το δρώμενο του Κλήδονα αποτελεί μια ιδιαίτερη εθιμική εκδήλωση, για την οποία αντλούμε πληροφορίες από τους αρχαίους έλληνες συγγραφείς (Όμηρο, Ησίοδο, Ηρόδοτο, Αισχύλο, Σοφοκλή), αλλά και από τους βυζαντινούς Μιχαήλ Ψελλό (11ος αι.), Θεόδ. Βαλσαμώνα, Ιω. Ζωναρά (12ος αι.) και Ιωσήφ Βρυέννιο (15ος αι.) . Η λέξη κλήδονας προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη κληδών, που σημαίνει τον μαντικό ψίθυρο, την προφητική ρήση, και γι’ αυτό κατ’ επέκταση σημαίνει τον οιωνό, το προμήνυμα, τη φήμη, το μάντεμα. Οι αρχαίοι την ημέρα της εορτής των Νουμηνιών είχαν και τη συνήθεια του κληδονισμού, εκληδονίζοντο, μάντευαν δηλαδή το μέλλον με τον κλήδονα. Η ίδια τακτική συνεχίστηκε και κατά την έλευση του χριστιανισμού και την ένταξη των παγανιστικών εθίμων στο χριστιανικό εορτολόγιο . Το δρώμενο μάλιστα μαζί με άλλα έθιμα που ανάγονται στις θερινές τροπές του ηλίου συνδέθηκε με την εορτή των Γενεθλίων του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου, του μεγαλύτερου προφήτη που προμήνυσε την έλευση του Χριστού , παρόλο που η Εκκλησία επιχείρησε μάταια να το καταδικάσει και να το καταργήσει, παρομοιάζοντάς το με βακχική – παγανιστική τελετή . Η πολεμική που ασκήθηκε από την Εκκλησία για την εξάλειψη του εθίμου εκφράζεται ολοκάθαρα με τις λαϊκές ρήσεις «αυτά τα λεν’ στον κλήδονα», «τέτοια να τα λες στον κλήδονα», «τέτοια εγώ τ’ ακούω στον κλήδονα», με τις οποίες χαρακτηρίζονται άνθρωποι που πιστεύουν σε τέτοιες δεισιδαιμονίες και λένε πράγματα απίστευτα, έτσι ώστε το έθιμο να καταντήσει συνώνυμο της ελαφρότητας…»
«Πυρές στον κύκλο του χρόνου, Tης ΑIKΑTΕΡΙΝΗΣ ΠOΛYMEPOY-KΑMHΛΑKH, Διευθύντριας του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
Η ΦΩTIΑ γοητεύει, θάλπει, μαγεύει, αλλά και φοβίζει και τρομοκρατεί. Με τη δυνατότητά της να ζεσταίνει, να φωτίζει, να προσφέρει τη θαλπωρή, αλλά και να καταστρέφει, να καταβροχθίζει ζωντανά και άψυχα, να λιώνει, να μεταμορφώνει και την πιο ανθεκτική ύλη, σφράγισε ανεξίτηλα τον ανθρώπινο ψυχισμό, πέρα από την καθοριστική συμβολή της στην εξέλιξη του υλικού πολιτισμού. Tη βαθύτατη επίδρασή προδίδουν οι πολυάριθμες, κυριολεκτικές και μεταφορικές, εκφράσεις στην καθημερινή ζωή που χαρακτηρίζουν καταστάσεις συναισθηματικές, κοινωνικές, οικονομικές, με βάση τις ιδιότητες της φωτιάς.
«Πηδώ τον χρόνο τον παλιό και πάω στον πιο καλό». Πηδώντας πάνω από τις φλόγες, όλοι κάνουν μια ευχή για καλή υγεία και απαλλαγή από το κακό. Iούνιος 1986, παραμονή του αϊ-Γιαννιού σε μια γειτονιά του Πειραιά (φωτ.: Γ. N. Αικατερινίδης).
Φωτιά εστιακή, εξαγνιστική, καθαρτική, σωτήρια και καταστροφική, ικετήρια και θυσιαστική: χρήσεις της φωτιάς συνδεδεμένες με το μυστήριο της ύπαρξης στη διάρκεια του φυσικού κύκλου του έτους, που τις συναντάμε σε όλους τους λαούς, σε όσο βάθος χρόνου φτάνει η γνώση μας, χρήσεις που, εν μέρει, τις συναντούμε ακόμη και σήμερα.
Στον ελληνικό χώρο φωτιές ανάβονταν τα Χριστούγεννα, ημέρες του χειμερινού ηλιοστασίου, αλλά και τις Απόκριες (φανοί, μπουμπούνες, κλαδαριές, φουνάρες κ.ά.), το Πάσχα, με το Κάψιμο του Ιούδα ή Οβριού, του aη Γιάννη του Κλήδονα, του Προφήτη Ηλία, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις (της αγίας Βαρβάρας, του αγίου Νικολάου, του αγίου Αντωνίου, του αγίου Αθανασίου, των αγίων Θεοδώρων, των αγίων 40 Μαρτύρων, του αγίου Γεωργίου, των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, των αγίων Αποστόλων, της αγίας Κυριακής κ.ά.). Oλες συνοδεύονταν από χορούς κυκλικούς γύρω από την πυρά, τραγούδια και άλματα μικρών και μεγάλων για την υγεία και «για να καούν οι ψύλλοι και τα δαιμόνια».1
Χειμωνιάτικες φωτιές
Ξεκινώντας από τις εορτές της αγίας Βαρβάρας και του αγίου Νικολάου, που βρίσκονται πολύ κοντά στις χειμερινές τροπές του ήλιου, οι φωτιές κατά την κρίσιμη περίοδο του Δωδεκαημέρου συνδέονται με το πέρασμα από τη μια χρονιά στην άλλη, αλλά κυρίως με την οριακή ελάττωση (22 Δεκεμβρίου) και την έναρξη της αύξησης της ημέρας μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο, που συμπίπτει με τις ημέρες των Xριστουγέννων. Έτσι, το άναμμα της φωτιάς νυχθημερόν στην εστία του σπιτιού με δύο μεγάλα κούτσουρα, το λεγόμενο «πάντρεμα της φωτιάς», κρατάει ζωντανή μέσα στο καταχείμωνο με τις μεγάλες νύχτες τη φλόγα της ζωής, του φωτός. Με τη στάχτη της φωτιάς του Δωδεκαημέρου απολυμαίνουν τα σπίτια και τα χωράφια από τα ζωύφια, τους εχθρούς του σπόρου.
Tην Πρωτοχρονιά, ρίχνοντας στη φωτιά σπόρους ή φύλλα ελιάς ή άλλου αειθαλούς δένδρου τη φωτιά του τζακιού, οι άνθρωποι προσπαθούσαν να «μαντέψουν», από τον κρότο των σπόρων καθώς καίγονταν ή από τη συστροφή των φύλλων στην πυρά, για την υγεία των μελών της οικογένειας και την καλή εξέλιξη του σπιτιού τον καινούργιο χρόνο.
Στις 7 Ιανουαρίου, εορτή του Αη Γιάννη του Προδρόμου, στην Ανατολική Θράκη πυροβατούσαν, επιζητώντας την υγεία των ανθρώπων και την απομάκρυνση κάθε κακού.
Στον κύκλο των χειμερινών πυρών ανήκουν οι φωτιές της Αποκριάς, οι φανοί, ή κλαδαριές, ή μπουμπούνες κ.ά., που συνηθίζονται κυρίως στον χώρο της Δυτ. Μακεδονίας και αποσκοπούν στην εξασφάλιση της καλής υγείας και στην απομάκρυνση των επιβλαβών για τον άνθρωπο και τη σοδειά του εντόμων, ζωυφίων, ερπετών, τα οποία οι άνθρωποι προσπαθούν με ποικίλους, παράλληλους τρόπους να αποδυναμώσουν και να απομακρύνουν: κροτώντας μεταλλικά σκεύη, χτυπώντας κουδούνια κ.λπ.
Ανοιξιάτικες φωτιές
Kαι η άνοιξη έχει τις δύσκολες ώρες της για τον άνθρωπο που ζει δεμένος στενά με τη φύση: η εποχική μετάβαση ευνοεί νοσογόνους παράγοντες που απειλούν την υγεία, και βέβαια τον πολλαπλασιασμό επιβλαβών εντόμων και ερπετών. Oι άνθρωποι καταφεύγουν στις εξαγνιστικές και αποτρεπτικές ιδιότητες της φωτιάς. Έτσι, στη Pόδο, τη Μ. Πέμπτη, στα δώδεκα Ευαγγέλια, ανάβονται οι «καλαφουνοί», μεγάλες φωτιές με χοντρούς κορμούς πεύκων, πάνω από τις οποίες τα παιδιά πηδούν και καίνε σ’ αυτές τον «μάρτη» τους. Ανάλογες συνήθειες σε άλλες περιοχές αποσκοπούν στην καταπολέμηση των ψύλλων, των κοριών και άλλων επιβλαβών ή ενοχλητικών ζωυφίων. Tη μέρα αυτή, M. Πέμπτη ομάδες παιδιών γυρίζουν τα χωριό και μαζεύουν από όλα τα νοικοκυριά τα ξύλα για την πυρά στην οποία θα κάψουν τον «Ιούδα».
Oι φωτιές για το κάψιμο του Iούδα είναι ένα πλατιά διαδεδομένο έθιμο. Σε πολλά μέρη η καύση του Iούδα γίνεται τη νύχτα του M. Σαββάτου, πανηγυρικά, με κροτίδες και βεγγαλικά, αμέσως μετά την Ανάσταση, ενώ αλλού τον Iούδα καίνε τη νύχτα της M. Παρασκευής, την ώρα της περιφοράς του Eπιταφίου. Στη Λέσβο μάλιστα, παλιά, συνερίζονταν τα γειτονικά χωριά μεταξύ τους, ποιο θ’ ανάψει τη μεγαλύτερη φωτιά. «Για τις φωτιές εκλέβανε ξύλα από τις αυλές. Καίνε του Οβριού τα γένεια. Αυτές τις φωτιές δεν τις πηδούν. Ρίχνουν λιβάνι και μοσχοβολάει το χωριό.»
Σε πολλά μέρη τη νύχτα της Ανάστασης ένας επίτροπος της εκκλησίας παίρνει μια σκλίδα (καλάμι βρίζας) αγιασμένη από τον αγιασμό των Φώτων, ανεβαίνει στο καμπαναριό ψηλά και την ανάβει. Ο τόπος γύρω, ώσπου φτάνει η λάμψη, που θα δει το φως αυτό δε φοβάται από χαλάζι. Στα Άγραφα, τη Φθιώτιδα και αλλού ανάβουν φωτιές στα υψώματα των χωριών τη νύχτα της Ανάστασης και καίνε μια πυρά που τη λένε «φανό».
Πυροβασία – αναστενάρια
Καθαρτικός και αποτρεπτικός είναι κυρίως ο χαρακτήρας της πυροβασίας και των εθίμων που την συνοδεύουν, ο χορός, δηλαδή, και οι τελετουργικές κινήσεις. Έτσι, τόσο στα Αναστενάρια της περιοχής Σερρών και Λαγκαδά από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης, όσο και στις πυροβασίες του χειμώνα (7 Ιανουαρίου, εορτή του αγίου Ιωάννη) στόχος είναι η αποτροπή του κακού, είτε πρόκειται για αρρώστια είτε για κάθε επιβουλή γενικά.
«Ξύλα από τον φράκτην του αγιάσματος, συμποσούμενα εις 6-7 αμάξας, μετεφέροντο κατά την παραμονήν της εορτής (των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης) εις την πλατείαν του χωρίου (Κωστί Αντ. Θράκης). Με αυτά θα ηνάπτετο η μεγάλη πυρά διά τον «νεστενάρικο χορό», ως και η φωτιά διά το μαγείρευμα των κρεάτων του ιερού ταύρου. Ούτος, επίσης την παραμονήν, μετεφέρετο εις την εκκλησίαν από την βοσκήν εν μεγάλη πομπή, με την μουσικήν και τας εικόνας των Παππούδων προπορευομένας, ήτο δε με χρωματιστάς ταινίας και άνθη εστεφανωμένος και εδένετο εις το προαύλιον της εκκλησίας… Η βάδισις επί της πυράς είναι σημείον τρανώτατον της ιερότητος του χορευτού. Η εικόνα, λέγουν, εγκαλεί τον καθαρόν άνθρωπον. Αυτόν πιάνει ο άγιος, ο οποίος λαλεί διά του στόματος του αναστενάρη… Οι χοροί εις την πλατείαν πέριξ της πυράς, οι αγυρμοί των αναστεναρίων με τα μουσικά όργανα ανά το χωρίον και αι ιεραί παννυχίδες συνεχίζονται επί οκτώ όλας ημέρας, κατά τας οποίας τα φαινόμενα της θεοληψίας επαναλαμβάνονται…».2
Ηλιοφωτιές του καλοκαιριού
Στις 24 Ιουνίου γιορτάζεται η Γέννηση του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου – τ’ Αη Γιαννιού του Λιοτροπιού, ή Φανιστή, ή Ριζικάρη, του Λαμπαδιάρη ή του Κληδόνου, του Ριγανά. H γιορτή αυτή, κοντά στις θερινές τροπές του ήλιου, έχει συνδεθεί με αντιλήψεις και εθιμικές ενέργειες που σηματοδοτούν σημαντικές αλλαγές στον κύκλο του χρόνου. Ο καθηγητής Δημ. Λουκάτος χαρακτηρίζει τη γιορτή του Αη Γιαννιού από τις «ειδωλολατρικότερες» του εορτολογίου μας, καθώς «μαζί με τον Αη Γιάννη λατρεύεται, με παλιά υποσυνείδητη εθιμολογία, ο Ήλιος των θερινών τροπών, ανάβονται διαβατήριες και καθαρτήριες πυρές, για τον κρίσιμο χρόνο, ασκούνται με τελετουργική δεξιοτεχνία η μαντεία και η μαντική, εκβιάζεται σχεδόν η καλή τύχη, επιδιώκεται η υγεία και το σωματικό κάλλος, με τη συγκομιδή θεραπευτικών και αρωματικών ανθόφυτων».3
Την παραμονή, λοιπόν, του Αη Γιάννη του Λιοτροπιού, σε όλη σχεδόν την Ελλάδα ανάβουν φωτιές γύρω από τις οποίες χορεύουν, τραγουδούν και υπερπηδούν, με σκοπό κυρίως την σωματική υγεία. Oι πυρές των ημερών αυτών ήταν ένα έθιμο διαδεδομένο σε όλους σχεδόν τους ευρωπαϊκούς και τους βαλκανικούς λαούς. Η σύμπτωση της γιορτής του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου με το θερινό ηλιοστάσιο («του Λιοτροπιού»), που βρίσκεται τοποθετημένη, στον κύκλο του έτους, στο διαμετρικά αντίθετο άκρο με τη γιορτή της Γέννησης του Χριστού (25 Δεκεμβρίου), στη θέση του χειμερινού ηλιοστασίου, οπότε η επί ένα εξάμηνο (από τις 24 Ιουνίου) συνεχώς μειούμενη σε διάρκεια ημέρα αρχίζει να αυξάνει, συνηγορεί για τον ηλιολατρικό χαρακτήρα της γιορτής του Λιοτροπιού. Απόδειξη για την παλαιότητα και τον ηλιολατρικό χαρακτήρα των πυρών αυτών κομίζει, πέρα των άλλων πηγών, και η Bίβλος, όπου αναφέρεται ότι ο βασιλεύς Μανασσής, ακολουθώντας εθνικά έθιμα και λατρεύοντας τον Βάαλ-Hλιο, «διήγε τους υιούς αυτού εν πυρί και ακληδονίζετο και οιωνίζετο».
Για την επιβίωση και διάδοση των σχετικών εθίμων και μετά την επικράτηση του Xριστιανισμού από πιστούς της νέας θρησκείας που απλά εξακολουθούσαν να τηρούν πανάρχαιες πατρογονικές συνήθειες, μιλά εύγλωττα η απαγόρευση της εν Τρούλλω έκτης Οικουμενικής Συνόδου (680 μ.Χ.): «τας εν ταις νουμηνίαις υπό τινων προ των οικείων εργαστηρίων ή οίκων αναπτομένας πυράς, ας και υπεράλλεσθαί τινες κατά τι έθος αρχαίον επιχειρούσιν, από του παρόντος καταργηθήναι προστάσσομεν. Oστις ουν τοιούτό τι πράξει αφοριζέσθω».
Παρά τις απαγορεύσεις, οι φωτιές του αη Γιάννη του Ήλιου (του Λιοτροπιού, του Φανιστή της πυρολατρείας (φανός = φωτιά μεγάλη με φλόγα), εξακολούθησαν να τελούνται ανελλιπώς διαμέσου των αιώνων, σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες, μέχρι και σήμερα, με χαρακτήρα καθαρτήριο, αποτρεπτικό των ασθενειών και αλεξιτήριο των διαφόρων κακών, αλλά και επικοινωνιακό, ερωτικό (Pιζικάρης) και μαντικό (Kλήδονας).
Του Προφήτη Hλία
Στις κορυφές των βουνών που πρώτες αντικρύζουν το φως τους ήλιου είναι, όπως είναι γνωστό, κτισμένα εκκλησάκια αφιερωμένα στον Προφήτη Ηλιού, τον άγιο Ηλία, τον Αγιολιά. Oι κορυφές αυτές φέρουν και την ονομασία Αγιολιάς, Αϊλιάς, Προφήτης Ηλίας. Τα εκκλησάκια αυτά γιορτάζουν στις 20 Ιουλίου και σε πολλές περιοχές ανάβεται, κατά το έθιμο, αποβραδύς ή ανήμερα της γιορτής, μεγάλη φωτιά στην οποία ρίχνουν άφθονο λιβάνι, προσφορά στον άγιο Ηλία• αλλού η προσφορά είχε τη μορφή θυσίας ενός ζώου -το οποίο σε ορισμένα μέρη «προσερχόταν οικειοθελώς» προς τιμήν του αγίου- με το κρέας του οποίου γινόταν συμπόσιο των πιστών που συμμετείχαν στην τέλεση του εθίμου.
Στις 20 Iουλίου παροξύνεται η λατρεία της φωτιάς, που ξεκινά με τα Αναστενάρια και κορυφώνεται με τις εξαγνιστικές πυρές του Αϊ-Γιάννη του Λιοτροπιού. O ήλιος πυρπολεί φύση και ανθρώπους από τον αστερισμό του Kυνός — τα «κυνικά καύματα». Tη μέρα αυτή όρισε η εκκλησία να εορτάζεται ο πιο φλογερός από τους βιβλικούς προφήτες, ο Hλίας. H ανάληψη του προφήτη Hλία. Eικόνα του αγιογράφου Θεόδωρου Πουλάκη, β΄μισό 17ου αι. Bυζαντινό και Xριστιανικό Mουσείο, Αθήνα.
Ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης αναφέρει ότι στην ακρότατη κορυφή του Ταΰγετου, τον Αγιολιά, όπως τη λένε οι Μανιάτες, την παραμονή της 20ής Ιουλίου προσκυνητές αναρριχώμενοι με κόπο μέχρι την κορυφή, ανάβουν μεγάλη φωτιά και σ’ αυτή ρίχνουν άφθονο λιβάνι. Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών, ιδιαίτερα των χωριών της Καρδαμύλης, «άμα ίδωσι την πυράν εκείνην, εμβάλλουσι πυρ εις σωρείας χόρτου και αχύρων και πανηγυρίζουσι την ημέραν χορεύοντες περί τας πυράς ταύτας ή υπερπηδώντες αυτάς».4
Η συνήθεια του ανάμματος πυρών συνεχίστηκε μέχρι τις μέρες μας, όπως μαρτυρούν πρόσφατες χρονικά περιγραφές από την Πελοπόννησο αλλά και άλλες περιοχές. Για παράδειγμα, στη Βάθεια της Μάνης συναγωνίζονταν «ποιος θα πηδήσει το μεγαλύτερο λαμπρό (=πυρά). Στην Καρυστία της Εύβοιας άναβαν φωτιά την παραμονή του προφήτη Hλία και τραγουδούσαν «Υγεία, ‘εία κι οβρωστία (=ευρωστία)».
Στη Χαλκιδική οι φωτιές λέγονται «παρακαμνοί» κι ανάβονταν του Αη Γιαννιού και από την παραμονή του Αη Λια μέχρι τον Σεπτέμβριο, κι όσο το επέτρεπε ο καλός καιρός. ανάβονταν κυρίως στις γειτονιές και γύρω από αυτές «νυχτέρευαν» οι γυναίκες, που έκλωθαν, έγνεθαν, έπλεκαν, τραγουδούσαν και χόρευαν.
Η λατρεία του Προφήτη Ηλία στις κορυφές των βουνών, η οποία έχει τις λαϊκές αιτιολογικές της ερμηνείες στις σχετικές παραδόσεις, συνεχίζει προφανώς αρχέγονες λατρευτικές συνήθειες προς τον θεό Ήλιο ή τον Δία Υέτιο ή Κεραύνιο ή Λύκαιο (στην Αρκαδία, στο Λύκαιον όρος, ο Zευς λατρευόταν ως όμβριος και ηλιακός ταυτόχρονα), αρχέγονες λατρευτικές συνήθειες που απαντώνται όχι μόνο στους Eλληνες (Zευς Ακραίος, Αγχέσμιος, Κιθαιρώνιος, Ιδαίος, Δικταίος, Ιθωμάτας, Οιταίος, Ολύμπιος κ.ά.) αλλά και στους σλαβικούς λαούς και πολλούς άλλους ευρωπαϊκούς λαούς. Ακόμη και η απεικόνιση της αναλήψεως του Προφήτη Ηλία ως αρματηλάτη, ακριβώς όπως ο Ήλιος ή ο Μίθρας πάνω στο άρμα του ήλιου, δείχνει τη σχέση.
«Ο κάψαλος»
Στην εκπνοή του καλοκαιριού συναντούμε το ανάλογό έθιμο που είναι γνωστό με την ονομασία «Ο κάψαλος στην Κίμωλο»: την παραμονή της γιορτής του Tιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου) συνηθίζεται το άναμμα μιας φωτιάς στην οποία καίνε τα λουλούδια της Πρωτομαγιάς. Eθιμο γονιμικό και καθαρτήριο, ο «κάψαλος» συνοδεύεται από άλματα πάνω από τη φωτιά με τη συνοδεία σατιρικών τραγουδιών. «Στον κάψαλο θα κάψωμε την πάπα (=ανθοδέσμη) της Πρωτομαγιάς. Τα ξερά λουλούδια θα τα κάμωμε σταυρό και θα τα ρίξωμε απάνω στη φωτιά και θα περάσωμε (=πηδήξουμε) τρεις φορές τον κάψαλο (=φλόγα)». Πηδώντας πάνω από τη φωτιά τραγουδούσαν:
Ανοιξαν τα ρείκια
κι εσαλώσαν τα κορίτσια
ανοιξαν κι οι ελιές
κι εσαλώσαν κι οι γριές
Oποιος στον κάψαλο καεί
και κάμει καντηλίδα (=κάψιμο)
απ’ την αγάπη θα καεί,
δεν έχει πλιό (=πια) ελπίδα.
Το έθιμο παλιότερα το τελούσαν οι μεγάλοι, εδώ και πολλά χρόνια το συνεχίζουν τα παιδιά, που μαζεύουν σησαμιές και άλλα κλαδιά και άναβαν τη φωτιά.
Πηγή των λατρευτικών πυρών, αρχαίων και νέων, ελληνικών αλλά και ευρύτερα ευρωπαϊκών, είναι η αρχέγονη πίστη στην ευεργετική δύναμη της φωτιάς. Όπως παρατηρεί ο Κων. Ρωμαίος: «Ένα νήμα στερεό και μισοκρυμμένο ενώνει όλα τα πυρολατρικά έθιμα από σήμερα έως σε μια εποχή ανυπολόγιστα μακρυνή και πιο πέρα από την ιστορική αρχαιότητα… Tο βαθύτερο νόημα κάθε πυρολατρικής τελετής είναι ότι από τη μεγάλη και φροντισμένη ιερή πυρά, είτε μόνο που την ετοιμάζομε, είτε την περιτρέχομε, είτε χορεύομε γύρω, είτε πηδάμε μέσα προφυλακτικά ή με γυμνά τα πόδια, ενθουσιασμένοι και άφοβοι, θα πάρουμε δύναμη και υγεία, και ο τόπος μας την ευτυχία του».5
Όταν τα παιδιά που ανάβουν τις φωτιές και φωνάζουν μπροστά στις
φλόγες μέσα στη ζεστή νύχτα (μήπως έγινε ποτές φωτιά που να
μην την άναψε κάποιο παιδί, ώ Ηρόστρατε)
Και ρίχνουν αλάτι μέσα στις φλόγες για να πλαταγίζουν
τη νύχτα εκείνη του αη Γιάννη
όταν έσβησαν οι φωτιές
και μελέτησες τη στάχτη κάτω από τ’ αστέρια.
Γ. Σεφέρης, Ποιήματα
Σημειώσεις
1. Το έθιμο της φωτιάς, εξαγνιστικής και καθαρτικής, στον κύκλο του χρόνου, έχει καταγραφεί σε σχετικό Ατλαντα (χάρτη) από το Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας. Βλ. Στεφ. Δ. Ημέλλου, «Ο Άτλας της Ελληνικής Λαογραφίας και οι χειμερινές περιοδικές πυρές στον Βορειοελλαδικό χώρο», Λαογραφικά, τ. Γ΄. Ποικίλα, Αθήνα 1994, σ. 7-19• και Στεφ. Δ. Ημέλλου, «Οι πυρές του προφήτη Ηλία στην Πελοπόννησο», Λαογραφικά, τ. Γ΄, Αθήνα 1994, σ. 25.
2. (Περιγραφή: Αν. Χουρμουζιάδη, «Eκθεσις», εν Κωνσταντινουπόλει 1873, σ. 4-29). Περισσότερα βλ. Γ.Α. Μέγα, «Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας», Αθήναι 1963, σ. 197-203.
3. Δημ. Λουκάτου, «Τα καλοκαιρινά». Φιλιππότης, σ. 43
4. Ν.Γ. Πολίτου, «Ο Ήλιος κατά τους δημώδεις μύθους», Λαογραφικά Σύμμεικτα, τ. Β΄, εν Αθήναις 1975β, σ. 175.
5. Κωνσταντίνου Ρωμαίου, Λαϊκές λατρείες της Θράκης, Αρχ. Θρακικού Θησαυρού, 11 (1944-45), σ. 77-78.»
Από την ιστοσελίδα της Χρυσής Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου