Η διαφαινoμένη ισχυρή βούληση του Ρ.Τ. Ερντογάν να προχωρήσει σε αλλαγή του πολιτεύματος εντός του 2016 αποτελεί πηγή ρίσκου για τις χώρες στην περιφέρεια της Τουρκίας. Οι πολιτικοί και εκλογικοί ελιγμοί που απαιτούνται για την έγκριση του νέου Συντάγματος είναι εξαιρετικά πιθανό να οδηγήσουν και πάλι στην χρήση της εξωτερικής πολιτικής ως εργαλείο εσωτερικής πολιτικής και εκλογικής συσπείρωσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμούμε ότι η πιθανότητα η Τουρκία να επιδείξει σύντομα ελαστικότητα στο Κυπριακό είναι σχετικά μικρή, ενώ δεν είναι απίθανο – ειδικά αν τα πράγματα στο εσωτερικό κουρδικό μέτωπο ή στην Συρία εξελιχθούν με αρνητικό για την τουρκική πολιτική ηγεσία τρόπο – να υπάρξει και προσπάθεια έντασης με την Ελλάδα και την Κύπρο, με σκοπό την συσπείρωση της ακροδεξιάς ψήφου και όχι μόνο. Επίσης, όπως έχουμε ξαναγράψει, δεν πρέπει να θεωρείται αμελητέο το ενδεχόμενο η Τουρκία να στραφεί πάλι εναντίον του Ισραήλ, προς τέρψιν της εκλογικής βάσης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP). Για παρόμοιους λόγους, είναι καλό να βρίσκονται σε επιφυλακή και οι πολιτικές ηγεσίες της Αρμενίας και της Αιγύπτου, καθώς δεν αποκλείεται να αποτελέσουν και αυτές στόχο κλιμάκωσης της τουρκικής εξωτερικής συμπεριφοράς.
Το βασικό πρόβλημα του Ερντογαν είναι το γεγονός ότι στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2015 το AKP δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να προχωρήσει σε αλλαγή του χαρακτήρα του τουρκικού πολιτεύματος προς μία προεδρική μορφή. Η συνταγματική αναθεώρηση απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων της Εθνοσυνέλευσης, δηλαδή 367 κοινοβουλευτικών εδρών. Εναλλακτικά, μπορεί να προκηρυχθεί με πλειοψηφία τριών πέμπτων (δηλαδή 330 εδρών) δημοψήφισμα για την έγκριση νέου Συντάγματος. Στις εκλογές του 2015, το AKP κατάφερε να συγκεντρώσει (με ποσοστό στις εκλογές 49,50 τοις εκατό) 317 έδρες.
Η καθυστέρηση αυτή της έναρξης των διαδικασιών συνταγματικής αναθεώρησης αποτελεί σημάδι αδυναμίας, ελαχιστοποιώντας σταδιακά την πολιτική ισχύ του Τούρκου Προέδρου. Το ενδεχόμενο να μετατραπεί μέσω της αλλαγής του πολιτεύματος ο Ερντογαν προσωπικά σε απόλυτο κυρίαρχο του τουρκικού πολιτικού σκηνικού είναι ο κύριος πυλώνας πάνω στον οποίον βασίζεται αυτήν την στιγμή η πολιτική του επιρροή. Με άλλα λόγια, όσο οι κρίσιμοι παίκτες του τουρκικού πολιτικού συστήματος πιστεύουν ότι ο Ερντογαν έχει την δυνατότητα να μετατραπεί σε εκλεγμένο ηγεμόνα της Τουρκίας, τόσο θα συνεχίζουν να συνδιαλέγονται μαζί του και να επιδιώκουν την εύνοιά του. Αν οι αντιλήψεις αυτές αλλάξουν, τότε η παρούσα πολιτική επιρροή του προέδρου και η πιθανότητα να επιβάλει συνταγματικές αλλαγές θα πέσουν κατακόρυφα, καθιστώντας τον Ερντογαν πρακτικά απλώς τον ένοικο ενός συμβολικού πολιτικού θεσμού.
Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα όσο το δυνατόν συντομότερα, ο Ερντογαν έχει δύο διόδους: Πρώτον, μπορεί να ζητήσει από την πολιτική ηγεσία του AKP να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Για να προχωρήσει σε αυτήν την κίνηση, θα πρέπει να διαθέτει πειστικά στοιχεία ότι τα νέα εκλογικά αποτελέσματα θα βελτιώσουν την θέση του AKP στην κατανομή βουλευτικών εδρών, αυξάνοντας την δύναμη του ισλαμικού κόμματος τουλάχιστον κατά 13 έδρες, το οποίο θα αποκτήσει έτσι το δικαίωμα μονομερούς προκήρυξης δημοψηφίσματος. Εναλλακτικά, μπορεί να εξαναγκάσει κάποιο κόμμα ή κάποιους βουλευτές της αντιπολίτευσης να συναινέσουν στις προτεινόμενες συνταγματικές αλλαγές. Για να επιτύχει αυτή η στρατηγική πρέπει κάποιο από τα κόμματα ή κάποιοι από τους βουλευτές της αντιπολίτευσης να φοβούνται βάσιμα ότι σε περίπτωση πρόωρων εκλογών θα μείνουν εκτός κοινοβουλίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Ερντογαν και η πολιτική ηγεσία του AKP μπορούν να ακολουθήσουν μία ή περισσότερες από τις παρακάτω επιλογές:
Πρώτη και δυσκολότερη είναι η ραγδαία οικονομική και μεταρρυθμιστική ανάκαμψη. Βασικός στόχος μίας τέτοιας προσπάθειας θα είναι η άντληση ψήφων από το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP). To ιστορικό χαμηλό του CHP κινούνταν, την εποχή που η οικονομία αποτελούσε το ισχυρό χαρτί του AKP, γύρω στο 19 με 20 τοις εκατό. Στις εκλογές του Νοεμβρίου 2015, το CHP πέτυχε ποσοστά γύρω στο 25 τοις εκατό, διατηρώντας το επίπεδο του εκλογικού του μεριδίου του για ακόμη μία φορά μετά τις εκλογές του 2011 σταθερό. Σε αυτό το πλαίσιο, μία συμπίεση των ποσοστών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος προς το ιστορικό χαμηλό του, θα τοποθετούσε το AKP αρκετά πάνω από το 50 τοις εκατό των ψήφων, βοηθώντας ιδιαίτερα στην επίτευξη του στόχου συγκέντρωσης της πλειοψηφίας των δύο τρίτων.
Η οικονομική ανάκαμψη – και μάλιστα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα – είναι όμως αρκετά δύσκολη υπόθεση, ιδιαιτέρως αν ληφθεί υπ’ όψη το γεγονός ότι ήδη η τουρκική οικονομία φαίνεται να έχει επιβραδυνθεί. Αντιθέτως και με δεδομένα τα αδύναμα στηρίγματα της οικονομικής επέκτασης των προηγούμενων ετών, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι (όπως έχουμε ξαναγράψει) η τουρκική οικονομία δεν θα εισέλθει στο μέλλον σε κατάσταση απότομης ύφεσης, δυσκολεύοντας το πολιτικό πρόβλημα του Ερντογαν.
Δεύτερη επιλογή είναι η συνέχιση της κλιμάκωσης των συγκρούσεων εναντίον του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (PKK). Το γεγονός ότι μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων του 2015 η κακή πορεία της οικονομίας έπαψε να είναι το κυρίαρχο πρόβλημα στις αντιλήψεις των ψηφοφόρων και αντικαταστάθηκε από το κουρδικό ζήτημα και την τρομοκρατία, με ποσοστό 72 τοις εκατό σύμφωνα με το Τουρκικό Βαρόμετρο, έπαιξε σημαντικό ρόλο στις εκλογές του Νοεμβρίου. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλο τμήμα της ανάκαμψης του AKP στις επαναληπτικές εκλογές προήλθε από ψηφοφόρους που μετακινήθηκαν από το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) και το κουρδικό Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP), οι πρώτοι μάλλον γιατί εκτίμησαν την πολιτική κλιμάκωσης απέναντι στου Κούρδους και οι δεύτεροι είτε γιατί ταύτισαν το HDP με τις πρακτικές του PKK είτε γιατί η κατάσταση στην εσωτερική ασφάλεια δεν βοήθησε την προσέλευσή τους στην κάλπη. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι οι επιχειρήσεις ασφαλείας στις νοτιοανατολικές επαρχίες της Τουρκίας μπορεί να συνεχιστούν και να κλιμακωθούν και λόγω του γεγονότος ότι αυξάνουν την αποχή ψηφοφόρων του κουρδικού κόμματος και παρεμποδίζουν την ομαλή διεξαγωγή του προεκλογικού του αγώνα, όπως καταγγέλλει σχετική έκθεση των παρατηρητών του Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).
Εκτός από την αύξηση του εκλογικού μεριδίου του AKP, η πτώση των ποσοστών του MHP και του HDP ενδέχεται να ενισχύσει στο πολλαπλάσιο την κοινοβουλευτική ισχύ του ισλαμικού κόμματος. Συγκεκριμένα, αν κάποιο από τα δύο (ή, ακόμη καλύτερα για τον Ερντογαν, και τα δύο) κόμματα δεν καταφέρουν να περάσουν το απαραίτητο για την είσοδο στην Εθνοσυνέλευση εκλογικό όριο του 10 τοις εκατό, η ανακατανομή των εδρών θα ευνοήσει σημαντικά το AKP, τοποθετώντας το – κατ’ ελάχιστο – πάνω από το απαραίτητο για την προκήρυξη δημοψηφίσματος όριο των 330 εδρών ή – στην καλύτερη για τον Ερντογαν περίπτωση – δίνοντάς του πλειοψηφία δύο τρίτων και μαζί με αυτήν την δυνατότητα μονομερών αλλαγών στο Σύνταγμα. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι στις εκλογές του Νοεμβρίου το ποσοστό του MHP ήταν 11,9 τοις εκατό, ενώ το HDP απέσπασε ποσοστό 10,76 τοις εκατό.
Τρίτη επιλογή είναι, όπως έχουμε ξαναγράψει, η δυναμική ανάκαμψη της φιλοϊσλαμικής εξωτερικής πολιτικής. Βασική ιδέα πίσω από αυτήν την στρατηγική είναι η θεαματικά αρνητική άποψη που το τουρκικό εκλογικό σώμα διατηρεί διαχρονικά για το Ισραήλ και η ισχυρή υποστήριξή του για βαθύτερες σχέσεις με άλλες ισλαμικές χώρες της Μέσης Ανατολής.
Τέταρτη επιλογή είναι η κλιμάκωση στο Κυπριακό ζήτημα. Μία σκλήρυνση της στάσης της Άγκυρας στο Κυπριακό μπορεί να βοηθήσει στην περαιτέρω μετακίνηση ψήφων της άκρας δεξιάς. Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμούμε ότι η διπλωματική διαδικασία που βρίσκεται εν εξελίξει θα αποτελέσει εξαιρετική ευκαιρία για επικοινωνιακή εκμετάλλευση από την τουρκική πολιτική ηγεσία. Για παράδειγμα, δεν αποκλείεται η Άγκυρα να απορρίψει, και μάλιστα θεαματικά, οποιαδήποτε πρόταση για απομάκρυνση των κατοχικών δυνάμεων από το νησί. Παράλληλα δεν αποκλείεται να τεθεί πάλι δημοσίως θέμα για τα έσοδα από τις εξαγωγές φυσικού αερίου.
Πέμπτη επιλογή είναι η κλιμάκωση της εντάσεων απέναντι στην Ελλάδα ή/και την Αρμενία. Όπως φαίνεται στην Εικόνα 1, σε έρευνα της τουρκικής κοινής γνώμης μέσα στο 2015, η Ελλάδα και η Αρμενία συγκεντρώνουν υψηλό ποσοστό αρνητικών γνωμών. Δεδομένου ότι η τουρκική πολιτική ηγεσία έχει πολλές φορές στο παρελθόν χρησιμοποιήσει την τουρκική κοινή γνώμη ως οδηγό για την εξωτερική της πολιτική (εκτός από κράτη της περιοχής μας, ακόμη και η μακρινή Κίνα έχει τεθεί στο στόχαστρο του Ερντογαν στο παρελθόν με σκοπό τα εκλογικά κέρδη – μία ματιά στην Εικόνα 1 εξηγεί μερικώς γιατί), δεν είναι απίθανο να υπάρξει μέσα στο 2016 δημιουργία έντασης από την Τουρκία, η οποία θα σκοπεύει στην συσπείρωση της εσωτερικής κοινής γνώμης. Μία τέτοια εξέλιξη εκτιμούμε ότι γίνεται πιθανότερη, αν μέσα στο έτος υπάρξει κάποια σημαντικά αρνητική για την εικόνα της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας εξέλιξη είτε στο εσωτερικό κουρδικό μέτωπο είτε στο ζήτημα της Συρίας.
Έκτη επιλογή είναι μία νέα, ισχυρή κλιμάκωση απέναντι στην Ρωσία. Η αντιπαράθεση με την Ρωσία στην Συρία, εκτός από το ενδεχόμενο να κεφαλαιοποιήσει την αρνητική γνώμη που οι Τούρκοι ψηφοφόροι έχουν απέναντι τόσο στην Ρωσία όσο και στην Συρία (Εικόνα 1), στοχεύει στην κινητοποίηση των εθνικιστικών ανακλαστικών στο ζήτημα των Τουρκμένων. Το κύριο αρνητικό στοιχείο αυτής της πολιτικής είναι ότι έχει στο παρελθόν σκάσει στα χέρια της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας, καθώς ο περιορισμός, όπως έχουμε ξαναγράψει, της ελευθερίας των τουρκικών κινήσεων στην Συρία έχει οδηγήσει σε σημαντικά εσωτερικά επικοινωνιακά Βατερλώ, όπως για παράδειγμα η παραβίαση των τουρκικών κόκκινων γραμμών στο θέμα των επιχειρήσεων κουρδικών ενόπλων τμημάτων δυτικά του Ευφράτη.
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, η εξωτερική πολιτική μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στον αγώνα για πολιτική επιβίωση του Ερντογαν. Με βάση αυτήν την εκτίμηση, είναι σημαντικό οι χώρες της περιφέρειας να είναι προετοιμασμένες (σε όλα τα επίπεδα) για την πιθανότητα αναταράξεων με επίκεντρο την τουρκική συμπεριφορά. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό ότι οι επαφές μεταξύ των χωρών τις περιφέρειας φαίνεται να έχουν ενισχυθεί τόσο σε συχνότητα όσο και σε βάθος, γεγονός που ενισχύει την πεποίθησή μας ότι, αν χρειαστεί, υπάρχει το πλαίσιο συντονισμένου περιορισμού της Τουρκίας.
Ευριπίδης Τσακιρίδης – www.tsakiridis.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου