«Δεν θέλω
τίποτα για εμένα. Το μόνο που ζητώ, είναι να στείλετε ρούχα και τρόφιμα στα 7 εκατομμύρια
συμπατριώτες μου που λιμοκτονούν»
Στέλιος Κυριακίδης, η απίστευτη ιστορία ενός Μεγάλου αλλά άγνωστου Έλληνα! Ο Στυλιανός (Στέλιος) Κυριακίδης γεννήθηκε στο Στατό της Πάφου στις 4 Μαΐου 1910. Πάνω από έναν αιώνα πια. Ήταν γιος των αγροτών Γιάννη και Ελένης Κυριακίδη. Φτωχόπαιδο, όπως άλλωστε όλα τα συνομήλικα παιδιά της τότε εποχής έζησε τη στέρηση και τη φτώχεια σε όλο της το μεγαλείο. Με την παραμικρή αφορμή πήγαινε με τα πόδια στο απέναντι χωριό που απείχε 15 με 20 μίλια.. Έβγαλε το Γυμνάσιο στην Πάφο κι από την εφηβική του ηλικία άρχισε να παίρνει μέρος σε αγροτικούς αγώνες εκπροσωπώντας το χωριό του.
Το 1930 γράφτηκε στον Γυμναστικό
Σύλλογο Ολύμπια Λεμεσού τον οποίο δεν εγκατέλειψε, μέχρι και το τέλος της
αθλητικής του σταδιοδρομίας (παρόλο που αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα). Για
ένα διάστημα εργάστηκε ως υπάλληλος του Δήμου Λεμεσού.
Αγροτόπαιδο, με έρωτα για τον
αθλητισμό και το ταλέντο, το 1934 τα μαζεύει και μετακομίζει στο Χαλάνδρι.
Έπιασε δουλειά στην ΔΕΗ (Ηλεκτρική Εταιρεία) και πήγαινε να μετράει τα ρολόγια
στα σπίτια του κόσμου για να βγάλει το μεροκάματο, χωρίς να εγκαταλείψει τον
αθλητισμό. Διακρίθηκε αρκετές φορές στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια με την εθνική
ομάδα, ενώ κατέρριψε την πανελλήνια επίδοση του Σπύρου Λούη στον Μαραθώνιο (επίδοση τεσσάρων περίπου
δεκαετιών). Ο Λούης φέρεται να τον υποδέχθηκε στο σπίτι του στο Μαρούσι
λέγοντάς του: «Παιδί μου Στέλιο, να τρέχεις πάντα, γιατί εμείς οι Έλληνες
γεννηθήκαμε για να τρέχουμε. Μόνο έτσι καταφέραμε να ζήσουμε τόσους αιώνες».
Κατάφερε, μάλιστα, να πάρει μέρος ως δρομέας με την ελληνική εθνική ομάδα στους
ολυμπιακούς αγώνες του 1936!
Ο πόλεμος, η κατοχή και μετά ο εμφύλιος είναι
ένα γεγονός στην Ελληνική επικράτεια. Υποφέρει ο κόσμος, η κοινωνία πεινά. Έτσι
και αυτός, έτσι και η οικογένειά του. Το 1940 έκοψε το τρέξιμο και κοίταξε
μόνο να ζήσει. Πείνα και δυστυχία παντού! Έβλεπε τους παλιούς του συναθλητές,
εκείνη την μεγάλη ομάδα του 1930, να λιμοκτονούν ή να τους σκοτώνει ο
γερμανικός κατοχικός στρατός. Παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, τέλειωσε η Κατοχή,
άρχισε η φαγωμάρα του Εμφυλίου. Αδερφός να σκοτώνει αδερφό εκείνα τα μαύρα
χρόνια. Πούλησε τα μισά έπιπλα για να πάει να τρέξει!
Παίρνει την μεγάλη απόφαση το 1946 να
ξανατρέξει. Λίγη προπόνηση, ελάχιστο φαγητό από τους γείτονες, δύσκολα χρόνια.
Ήθελε να πάει στην Αμερική. Στην Βοστώνη. Στον φημισμένο μαραθώνιο! Ελπίζοντας
ότι και μόνο με την παρουσία του θα μπορέσει να ευαισθητοποιήσει τους
Αμερικάνους για να βοηθήσουν τον λαό μας που τα περνούσε δύσκολα όσο ποτέ
άλλοτε. Πώς, όμως, να αγοράσει εισιτήριο για την Αμερική; Με τι λεφτά; Μαζεύει
και πουλάει τα μισά έπιπλα του σπιτιού. Πιάνει πέντε δραχμές στο χέρι, του
δίνουν με τα πολλά και κάμποσα ακόμα από την δουλειά του και πάει και βγάζει
αεροπορικό εισιτήριο. Μονό! Δεν είχε λεφτά για «επιστροφή». Μέσα από τα
χαλάσματα της Αθήνας, βρήκε το κουράγιο να πετάξει για Αμερική ρισκάροντας τα πάντα.
Με μοναδικό σκοπό να τρέξει! Τίποτα άλλο!
«Θα πεθάνεις στα πρώτα χιλιόμετρα».
Ο πιο δύσκολος μαραθώνιος της εποχής – κι ακόμα φημισμένος – ήταν αυτός της
Βοστώνης. Φαβορί ο τεράστιος Άγγλος Κένεθ Μπέιλι και ο Αμερικάνος, νικητής της
προηγούμενης χρονιάς, Τζόνι Κέλι. Κι από κοντά ένας Καναδός αθληταράς. Πριν τον
αγώνα όλοι οι αθλητές έπρεπε να περάσουν από γιατρό. Πάει και ο Κυριακίδης, τον
εξετάζουν οι Αμερικάνοι και του λένε: «Δεν μπορείς να τρέξεις».
- Μα, γιατί; Γιατί δεν μπορώ ενώ έκανα τόσο ταξίδι;
- Είσαι πολύ αδύναμος, νεαρέ Έλληνα. Θα πεθάνεις στον δρόμο από την εξάντληση,
έτσι κοκαλιάρης όπως είσαι. Δεν θα αντέξεις ούτε για μερικά χιλιόμετρα.
Παίρνει ουσιαστικά την προσωπική
ευθύνη και λέει «φέρτε μου το χαρτί να το υπογράψω ότι θα τρέξω και αναλαμβάνω
όποιον κίνδυνο υπάρχει για την ζωή μου. Θα τρέξω και ας πεθάνω εδώ πέρα». Αρχίζει
ο αγώνας. 20 Απριλίου 1946 ήτανε. Ξεκίνησε αργά ο Στέλιος Κυριακίδης, αλλά
ανέβαζε στροφές. Όλο και πλησίαζε τους πρώτους, όλο και πατούσε καλύτερα. Στο
40 χιλιόμετρο έπιασε τον Κέλι, τον πρωτοπόρο. Ναι, κέρδισε! Με πανευρωπαϊκό
ρεκόρ! Παραμιλούσε η Αμερική.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τρούμαν
καλεί τον Κυριακίδη στον Λευκό Οίκο, μαζί με τον δεύτερο, τον Αμερικάνο Τζόνι
Κέλι. Και όταν λέμε Κέλι να αναφέρουμε ότι 15 φορές βγήκε στην καριέρα του μέσα
στην πρώτη πεντάδα του μαραθωνίου της Βοστώνης, ενώ το 2000 ανακηρύχθηκε από το
Runner’s World ο κορυφαίος δρομέας για τον περασμένο αιώνα. Ρωτάει ο Χάρι
Τρούμαν τον Τζόνι Κέλι: «Καλά, βρε παιδί μου. Πώς έχασες απ’ αυτόν τον
κοκαλιάρη (σ.σ. έτσι τον έλεγαν οι εφημερίδες) και αδύναμο Έλληνα»; «Μόνο εγώ
έχασα; Κανένας δεν μπόρεσε να τον κερδίσει. Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου και
αυτός για έναν ολόκληρο λαό, για μια ιδεολογία…». Ο Τρούμαν χαμογελάει και
γυρνάει προς τον Κυριακίδη. «Εσύ, παιδί μου, είσαι άξιος συγχαρητηρίων. Για πες
μου. Τι θες να κάνω για σένα; Θες ρούχα; Τρόφιμα να δυναμώσεις; Χρήματα; Ό,τι
θες από μένα».«Σας ευχαριστώ, πρόεδρε. Δεν θέλω τίποτα για εμένα. Το μόνο που ζητώ, κύριε Τρούμαν, είναι να στείλετε ρούχα και τρόφιμα στα 7 εκατομμύρια Έλληνες που λιμοκτονούν. Αυτό ζητάω. Να βοηθήσετε τον λαό μου που υποφέρει».
Αυτό που έγινε μετά ήταν απίστευτο. Από δωρεές των Αμερικάνων μαζεύτηκαν τόνοι από τρόφιμα, φάρμακα, κουβέρτες. Δεν είχαν πώς να τα μεταφέρουν. Μόλις βρέθηκαν έξι καράβια, με τη συνδρομή της οικογένειας Λιβανού, έφτασε η βοήθεια στην Ελλάδα. Το «Πακέτο Κυριακίδη», όπως το ονόμασαν. Συγκεντρώθηκαν, επίσης, 250.000 δολάρια για να δοθούν στους ταλαιπωρημένους Έλληνες από την Κατοχή και τον Εμφύλιο! Ποσό τεράστιο για την εποχή. Όλες οι αμερικάνικες εφημερίδες τον είχαν πρωτοσέλιδο, ενώ ο ίδιος έτρεχε από Πολιτεία σε Πολιτεία της Αμερικής για να φέρει και άλλη βοήθεια στην τσακισμένη πατρίδα.
Ένας λαός που πέθαινε στους δρόμους από την εισβολή του ναζισμού και τον Εμφύλιο, μπόρεσε να χαμογελάσει ξανά απ’ αυτόν τον τεράστιο Έλληνα. Την μέρα που ήρθε από τις ΗΠΑ στην Αθήνα, στις 23 Μαϊου, ξεχύθηκε στους δρόμους ένα εκατομμύριο κόσμος για να τον υποδεχτεί. Είχαν φτάσει απ’ όλη την Ελλάδα άνθρωποι στην πρωτεύουσα για να τον ευχαριστήσουν. Εκείνη τη μέρα ήταν η πρώτη φορά που φωταγωγήθηκε ξανά η Ακρόπολη από τότε που άρχισε ο πόλεμος. Και θεωρήθηκε το πρώτο χαρμόσυνο γεγονός για τον τόπο ύστερα από τόσα καταραμένα χρόνια. Ο Κυριακίδης έδωσε χαρά, περηφάνια, ανακούφιση στους συνανθρώπους του.
Πόσο γνήσιος ο Στέλιος Κυριακίδης! Πόσο αυθεντικός. Και τι ψυχή! Μεγαλείο. Ο γιός του, απλόχερα και χωρίς να ζητήσει ποτέ καμία αμοιβή, προσέφερε χρόνια μετά όλα τα κειμήλια του Στέλιου Κυριακίδη στο Μουσείο του Μαραθωνίου δρόμου στον Μαραθώνα (αξίζει να το επισκεφθείτε κάποια φορά).
Με διαμάντι!
Μέσα σ’ αυτά που έγιναν δωρεά στο Μουσείο είναι και το μετάλλιο τεράστιας αξίας από τον νικητήριο αγώνα στην Βοστώνη. Ένα μετάλλιο που ήταν συλλεκτικό ακόμα και τότε, αφού για εκείνη και μόνο τη χρονιά είχε τοποθετηθεί στο κέντρο του ένα διαμάντι!
Ο Στέλιος Κυριακίδης είναι ακόμα και σήμερα άγνωστος στους περισσότερους Κύπριους και Έλληνες φιλάθλους. Στις ΗΠΑ, όμως, έχουν γράψει βιβλία για το κατόρθωμά του, έχουν γυρίσει βραβευμένα ντοκιμαντέρ (NBC), ενώ ετοιμάζουν και μια ταινία από την Disney με παραγωγούς τους Mark Ciardi και Gordon Gray.
Άνθρωπος της προσφοράς, με υψηλά ιδεώδη, γνώστης της βαριάς κληρονομιάς αυτού του τόπου στον αθλητισμό και τον πολιτισμό, ένας μοναδικός αθλητής που λατρεύτηκε στην εποχή του. Θα μπορούσε και σήμερα να αποτελεί φάρο έμπνευσης για όλους μας, αλλά μάλλον σε πολλούς το όνομά του δεν λέει κάτι.
Κι ας έκανε, πέρα απ’ όλα τα άλλα, κι έναν τεράστιο άθλο από καθαρά αθλητικής άποψης, αφού η νίκη στον μαραθώνιο της Βοστώνης θεωρείται κάτι τρομερά δύσκολο.
Ντίνος Ορφανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου